- καθύπερθε
- καθύπερθεfrom aboveindeclform (adverb)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
καθύπερθε — και πριν από φωνήεν καθύπερθεν, ιων. τ. κατύπερθε (Α) (ποιητ. επίρρ.) 1. από πάνω προς τα κάτω («δεινὸν δὲ λόφος καθύπερθεν ἔνευεν», Ομ. Ιλ.) 2. πάνω (α. «κατύπερθε «τῶν ὅπλων τοῡ τόνου», Ηρόδ. β. «καθύπερθε Χίου» προς Βορράν τής Χίου, Ομ. Οδ.) 3 … Dictionary of Greek
καθύπερθ' — καθύπερθε , καθύπερθε from above indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καθύπερθεν — καθύπερθε from above nu̱movable indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατύπερθε — καθύπερθε from above ionic (indeclform adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Synagogue de Doura Europos — 34° 44′ 51″ N 40° 43′ 38″ E / 34.7474, 40.7272 … Wikipédia en Français
DELIA — I. DELIA celebre Atheniensium festum, in Apollinis, quem eximie coluêre honorem institutum; quorum toto tempore sacris operata Urbs noluit quemquam capitis damnatum, dum Delum ibant redibantque Theori, poenas dare: lege latâ, Δημοςία μηδένα… … Hofmann J. Lexicon universale
καθυπέρτερος — καθυπέρτερος, έρα, ον, ιων. τ. κατυπέρτερος, έρη, ον (Α) 1. αυτός που βρίσκεται πάνω από άλλον, υπέρτερος 2. μτφ. ο πολύ ανώτερος, αυτός που επικρατεί, αυτός που υπερέχει («θεοῡ δ ἒτι ἰσχὺς καθυπερτέρα», Αισχύλ.) 3. (για αστέρες ή αστερισμούς)… … Dictionary of Greek
κατύπερθε — (Α) επίρρ. ιων. τ. βλ. καθύπερθε … Dictionary of Greek
τόσος — η, ο / τόσος, η, ον, ΝΜΑ, και επικ. τ. τόσσος, η, ον, Α (δεικτ. αντων. συσχετική τών πόσος και όσος) 1. αυτής τής ποσότητας, αυτού τού πλήθους, αυτής τής έντασης, αυτής τής διάρκειας, τέτοιος ως προς την ποσότητα, το πλήθος, την ένταση, τη… … Dictionary of Greek
φάρος — Κατασκευή γενικά σε σχήμα πύργου, τοποθετημένη σε εμφανή σημεία της ακτής ή πάνω σε βράχους, ακόμα και σε σημαντική απόσταση από τη στεριά, στην κορυφή της οποίας υπάρχει φωτιστική πηγή με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ορατή από όλα τα σημεία του… … Dictionary of Greek